Ο ΣΥΝΟΔΟΙΠΟΡΟΣ του Viet Thanh Nguyen

“Πως ήταν δυνατόν να ξεχάσω ότι κάθε αλήθεια σήμαινε τουλάχιστον δύο πράγματα, ότι τα συνθήματα ήταν πουκάμισα αδειανά στο κουφάρι μιας ιδέας; Τα πουκάμισα εξαρτιόταν από το πώς τα φορούσε κανείς, και αυτό εδώ το πουκάμισο ήταν πιά κουρελιασμένο. Ήμουν τρελός αλλά όχι παράφρων, καίτοι δεν επρόκειτο να διαλύσω τις αυταπάτες του διοικητή. Αυτός έβλεπε μονάχα ένα νόημα στο τίποτα -το αρνητικό νόημα , την απουσία, όπως όταν λέμε δεν υπάρχει τίποτα εκεί. Το θετικό νόημα του διέφευγε, το παράδοξο γεγονός ότι το τίποτα είναι στην πραγματικότητα, κάτι. Ο διοικητής μας ήταν ένας άνθρωπος που δεν έπιανε το αστείο, και οι άνθρωποι που δεν πιάνουν το αστείο είναι πράγματοι επικίνδυνοι άνθρωποι.”

Ο κεντρικός ήρωας είναι και ο ανώνυμος αφηγητής, μιας πρωτοπρόσωπης αφήγησης, της γραπτής του ομολογίας όταν συλλαμβάνεται από τους Βιετναμέζους κομμουνιστές που ήταν οι σύντροφοί του και τώρα έχουν γίνει εχθροί του. Και εδώ διαπιστώνουμε μια ομοιότητα με το μυθιστόρημα του Άρη Αλεξάνδρου το “Κιβώτιο” , που επίσης δομείται σαν ομολογία συντρόφου προς σύντροφο και θίγεται το ίδιο θέμα: “Πως μια επανάσταση που αγωνίστηκε για την ανεξαρτησία και την ελευθερία μπορούσε να τις κάνει και τις δύο να αξίζουν λιγότερο από τίποτα…Τι κάνουν αυτοί που μάχονται ενάντια στην εξουσία όταν πάρουν την εξουσία; Τί κάνουν οι επαναστάτες όταν θριαμβεύσει η επανάσταση;”

“Σε λίγο θα δούμε τη βαθυπόρφυρη ανατολή του ήλιου σ’εκείνον τον ορίζοντα όπου η Ανατολή είναι πάντα κόκκινη, αλλά τώρα αυτό που βλέπουμε από το παράθυρό μας είναι ένα σκοτεινό σοκάκι, το γυμνό πεζοδρόμιο, τις κλειστές κουρτίνες. Σίγουρα δεν μπορεί να είμαστε οι μόνοι ξάγρυπνοι, ακόμα κι αν είμαστε οι μόνοι με μια μοναχική λάμπα αναμμένη. Όχι, δεν μπορεί να είμαστε μόνοι! Χιλιάδες άλλοι θα πρέπει να κοιτάζουν μες στο σκοτάδι, όπως εμείς, κατακλυσμένοι από σκανδαλώδεις σκέψεις, εξωφρενικές ελπίδες και απαγορευμένες προοπτικές. Αναμένουμε την κατάλληλη στιγμή και τον δίκαιο σκοπό, που , αυτή τη στιγμή, δεν είναι άλλος από το απλώς να θέλουμε να ζήσουμε. Κι ακόμα και τώρα καθώς γράφουμε την ύστατη αράδα που δεν θα αναθεωρήσουμε, ομολογούμε οτι είμαστε σίγουροι μόνο για ένα πράγμα- ορκιζόμαστε να τηρήσουμε επί ποινή θανάτου, αυτή τη μοναδική υπόσχεση: Θα ζήσουμε”

Η τελευταία σκηνή της ταινίας του Βούλγαρη αντικατοπτρίζει σε μένα τα τελευταία λόγια του ανώνυμου αφηγητή.”Θα ζήσουμε”. Ένα βιβλίο που θα προβληματίσει όσους το διαβάσουν.

Leave a comment